Μετά από 1.800 περίπου χρόνια απουσίας από
τους αγρούς της Ελλάδας, τα τελευταία χρόνια εκδηλώνεται μεγάλο ενδιαφέρον από
τους καλλιεργητές και τους καταναλωτές για το δίκοκκο σιτάρι, γνωστού με την
κοινή ονομασία στην ελληνική ως ζειά
ή ζέα.
Εισαγωγή
Παράλληλα όμως, ιδιαίτερα μέσω του
διαδικτύου, «κατασκευάσθηκαν» μύθοι και προβλήθηκαν ανακρίβειες παντελώς
ανυπόστατες, που φθάνουν μέχρι και την συνομωσιολογία περί παρέμβασης «ξένων
κέντρων» για την απαγόρευση της καλλιέργειάς του κατά το τέλος της 10ετίας του
1920, έτσι ώστε να καταστραφεί, δήθεν, η δημιουργική σκέψη και φαντασία των
Ελλήνων (που απέδιδαν στην, δήθεν, αποκλειστική μέχρι τότε κατανάλωσης
ζειάς=δίκοκκου σιταριού). Ατεκμηρίωτες αναφορές σε ό,τι αφορά σε ιστορικά
γεγονότα περί αποκλειστικής κατανάλωσης δίκοκκου σιταριού από τους Αρχαίους
Έλληνες και ειδικότερα από την στρατιά του Μεγάλου Αλεξάνδρου, κ.ά. δεν συνιστούν
παρά μυθοπλασίες.
Η πραγματικότητα είναι ότι το δίκοκκο σιτάρι έπαψε να καλλιεργείται στον Ελλαδικό χώρο από τον 2ο μ.Χ. αιώνα. Πέραν των άλλων αναφορών για την μη παρουσία του δίκοκκου σιταριού στην Ελλάδα κατά τους τελευταίους 17 αιώνες, ο Σ.Ι. Παπαδάκης (1929), τότε Διευθυντής του Σταθμού Καλλιτερεύσεως Φυτών Θεσσαλονίκης, στο λεπτομερέστατο πόνημά του «Ελληνικοί Τύποι Σίτου» αναφέρει «…δεν συναντήσαμεν ουδένα σίτον δικόκκου φυλής εν Ελλάδι.».
Η πραγματικότητα είναι ότι το δίκοκκο σιτάρι έπαψε να καλλιεργείται στον Ελλαδικό χώρο από τον 2ο μ.Χ. αιώνα. Πέραν των άλλων αναφορών για την μη παρουσία του δίκοκκου σιταριού στην Ελλάδα κατά τους τελευταίους 17 αιώνες, ο Σ.Ι. Παπαδάκης (1929), τότε Διευθυντής του Σταθμού Καλλιτερεύσεως Φυτών Θεσσαλονίκης, στο λεπτομερέστατο πόνημά του «Ελληνικοί Τύποι Σίτου» αναφέρει «…δεν συναντήσαμεν ουδένα σίτον δικόκκου φυλής εν Ελλάδι.».
Επιπλέον σε σχετική έρευνα της Ελληνικής Τράπεζας Γενετικού
Υλικού και του Οργανισμού Τροφών & Γεωργίας (FAO) του ΟΗΕ το 1982, δεν βρέθηκε
δίκοκκο σιτάρι στην Θεσσαλία και Πιερία. Τέλος και εξ όσων γνωρίζουμε, δεν
υπάρχει ούτε μία τεκμηριωμένη αναφορά περί υπάρξεως του δίκοκκου σιταριού στην
Ελλάδα και περί απαγόρευσης της καλλιέργειάς του το 1928. Είναι επομένως
ανακριβής ο ισχυρισμός οποιουδήποτε ότι καλλιεργεί σήμερα δίκοκκο σιτάρι,
συνεχίζοντας την από 10ετιών οικογενειακή παράδοση καλλιέργειας δήθεν γηγενών
ποικιλιών του.
Τα τελευταία χρόνια, υπάρχει μία ευρέως
αυξανόμενη ζήτηση κατανάλωσης του δίκοκκου σιταριού, λόγω των διατροφικών και
διαιτητικών του ιδιοτήτων, χαρακτηριστικά, που παρέμειναν αναλλοίωτα επί 10.000
χρόνια, λόγω μη εφαρμογής βελτιωτικών εργασιών επ’ αυτού. Αντίθετα, τα κυρίως
καλλιεργούμενα είδη σιταριού (μαλακό σιτάρι, σκληρό σιτάρι) δέχθηκαν βελτιωτικές
παρεμβάσεις με αποτέλεσμα την δημιουργία και καλλιέργεια πολυάριθμων σύγχρονων ποικιλιών
τους, που χαρακτηρίζονται, πέραν των άλλων, από την υψηλή περιεκτικότητα σε
γλουτένη.
Το ενδιαφέρον για την καλλιέργεια και
κατανάλωση δίκοκκου σιταριού εστιάζεται αφενός μεν στα αγρονομικά του
χαρακτηριστικά και αφετέρου στην σύνθεσή του, η οποία του προσδίδει ιδιαίτερες
διατροφικές και διαιτητικές ιδιότητες.
Τι είναι το
δίκοκκο σιτάρι;
Το δίκοκκο σιτάρι είναι ένα είδος σιτηρού (δημητριακού),
όπως άλλα είδη σιτηρών (π.χ. μαλακό σιτάρι, σκληρό σιτάρι, κριθάρι, βρώμη, κ.ά)
και όχι ποικιλία του κυρίως
καλλιεργούμενου είδους μαλακού σιταριού ή οποιουδήποτε άλλου είδους σιτηρού.
Το επιστημονικό του όνομα είναι Triticum dicoccum. Πρέπει να επισημάνουμε ότι κάθε είδος οποιουδήποτε οργανισμού
χαρακτηρίζεται από συγκεκριμένο αριθμό χρωματοσωμάτων που υπάρχουν στον πυρήνα
των κυττάρων του.
◊ Τα Είδη του σιταριού (αυτοφυή και
καλλιεργούμενα) υπάγονται στο Γένος Triticum. Απ’ αυτά:
- Σε ορισμένα είδη σιταριού, τα περιβλήματα (λέπυρα) είναι στενά προσκολλημένα στον σπόρο και δεν απομακρύνονται με τον θεριζοαλωνισμό. Ο σπόρος λοιπόν, παραμένει «ντυμένος» και τα είδη αυτά του σιταριού ονομάζονται «ντυμένα».
- Σε άλλα είδη σιταριού, απομακρύνονται τα περιβλήματα με τον αλωνισμό και οι σπόροι παραμένουν «γυμνοί». Κατ’ επέκταση τα είδη αυτά σιταριού ονομάζονται «γυμνά».
- Triticum nonococcum ή T. monococcum ssp. monococcum. Μονόκοκκο σιτάρι, με κοινή ονομασία «καπλουτζάς» (einkorn, στην γερμανική και διεθνώς). Το είδος αυτό είναι διπλοειδές σε ό,τι αφορά στον αριθμό των χρωματοσωμάτων του. Δηλαδή, έχει 7 x 2 = 14 χρωματοσώματα. Ο στάχυς φέρει άγανα. Κάθε σταχύδιο παράγει έναν μόνον σπόρο (Εικ. 1).
- Triticum spelta ή T. aestivum ssp. spelta. Είναι υποείδος του μαλακού σιταριού, με κοινή ονομασία «ασπροσίτι» ή «όλυρα» (dinkel ή spelt, στην γερμανική και διεθνώς). Το είδος αυτό είναι εξαπλοειδές σε ό,τι αφορά στον αριθμό των χρωματοσωμάτων του. Δηλαδή, έχει 7 x 6 = 42 χρωματοσώματα, όπως και το μαλακό σιτάρι. Ο στάχυς δεν φέρει άγανα. Κατά την ωρίμανση ο στάχυς και τα σταχύδια έχουν κόκκινη απόχρωση (Εικ.
- Triticum dicoccum ή T. turgidum ssp. dicoccum. Δίκοκκο σιτάρι, με επικρατήσασες στην ελληνική κοινές ονομασίες ζειά (πληθυντικός: ζειαί) ή ζέα ή farro (στην ιταλική) ή emmer (στην γερμανική και διεθνώς). Το είδος αυτό είναι τετραπλοειδές. Δηλαδή έχει 7 x 4 = 28 χρωματοσώματα. Από το είδος αυτό, προήλθε με μετάλλαξη το σκληρό σιτάρι (Triticum durum) με τον ίδιο αριθμό χρωματοσωμάτων. Ο στάχυς φέρει άγανα. Κάθε σταχύδιο παράγει δύο σπόρους (Εικ. 3).
◊ Είδη με «γυμνό» σπόρο είναι τα:
- Triticum aestivum ή T. aestivum ssp. aestivum. Είναι το κυρίως καλλιεργούμενο μαλακό σιτάρι. Αυτό είναι εξαπλοειδές σε ό,τι αφορά στον αριθμό των χρωματοσωμάτων του. Δηλαδή, έχει 7 x 6 = 42 χρωματοσώματα.
- Triticum durum ή T. turgidum ssp. durum. Είναι το καλλιεργούμενο σκληρό σιτάρι Αυτό είναι τετραπλοειδές σε ό,τι αφορά στον αριθμό των χρωματοσωμάτων του. Δηλαδή, έχει 7 x 4 = 28 χρωματοσώματα. Προήλθε μετά από φυσική μετάλλαξη από το δίκοκκο σιτάρι.
§ Η καλλιέργεια των «ντυμένων» σιταριών, λόγω των χαμηλών στρεμματικών αποδόσεων και της δυσκολίας αποφλοίωσής των για αλευροποίηση, περιορίσθηκε σημαντικά, ενώ επεκτάθηκε η καλλιέργεια των σιταριών με «γυμνό» σπόρο, όπως του κυρίως, σήμερα, καλλιεργούμενου μαλακού σιταριού (Triticum aestivum) αλλά και του σκληρού σιταριού (Triticum durum).
§ Ειδικά το δίκοκκο σιτάρι (Triticum dicoccum) καλλιεργείται σήμερα στην Ιταλία ανελλιπώς από την Ρωμαϊκή περίοδο (όπου στην περιοχή της Τοσκάνης χαρακτηρίσθηκε ως «Προϊόν Γεωγραφικής Ένδειξης»), στην Γερμανία, στην Ισπανία, στην Τουρκία, στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη (π.χ. Ρωσία), σε χώρες της Β. Αφρικής, αλλά και στην Αμερική.
§ Φαίνεται ότι στην Ελλάδα, από τον
2ο μ.Χ. αιώνα, σταμάτησε η καλλιέργεια της «όλυρας» (ντίνκελ) και του
δίκοκκου σιταριού (ζειας ή ζέας), λόγω της μικρότερης στρεμματικής
απόδοσης και της αναγκαίας αποφλοίωσης
του ώστε στην συνέχεια να αλευροποιηθεί (σε σύγκριση με το μαλακό σιτάρι). Μόνον
το μονόκοκκο σιτάρι («καπλουτζάς) εξακολούθησε να καλλιεργείται μέχρι σήμερα για
ζωοτροφή, σε περιορισμένη όμως έκταση.
§ Τα τελευταία χρόνια,
αναζωπυρώθηκε το ενδιαφέρον για την καλλιέργεια και κατανάλωση του δίκοκκου
σιταριού, λόγω των διατροφικών ιδιοτήτων του σε συνδυασμό με τις ελάχιστες
απαιτήσεις της καλλιέργειας σε λίπανση και φυτοπροστασία, καθιστάμενης, έτσι, μία
άκρως δυνατή βιολογική καλλιέργεια σε πτωχά εδάφη.
Το όνομα
ζειά ή ζέα - κοινές ονομασίες των «ντυμένων» σιταριών
§ Αναφέρεται ότι «στην αρχαία Ελλάδα, καλλιεργούνταν κατά κόρο ο καπλουντζάς (μονόκοκκο σιτάρι) και το δίκοκκο σιτάρι, ενώ η χρήση της όλυρας ήταν πολύ περιορισμένη. Με βάση αυτό το δεδομένο, ο όρος «ζειά» ή «ζέα» ουσιαστικά σήμαινε μονόκοκκο ή δίκοκκο σιτάρι».
§ Το όνομα ζειά (πληθυντικός: ζειαί) αναφέρεται αρχικά στην Οδύσσεια του
Ομήρου (ραψωδία
δ΄, στίχοι 602-604) και στην συνέχεια από πολλούς
Αρχαίους Έλληνες, όπως, ο Ηρόδοτος (Ιστορίαι
2, 36), ο Ξενοφών (Κύρου Ανάβασις,
Ε΄4. 27-28), ο Θεόφραστος, ο Διοσκουρίδης ο Πεδάνιος (Euporista
vel De simplicibus medicinis), ο
Γαληνός, κ.ά.
§ Λατίνοι συγγραφείς (π.χ.
Πλίνιος), απέδωσαν στην λατινική το όνομα «zea», διότι, προφανώς, δεν μπορούσαν
να αποδώσουν στην λατινική τον δίφθογγο «ει»
παρά μόνον με το γράμμα «e» του λατινικού αλφαβήτου.
§ Κατά την ίδια περίοδο και
μετέπειτα, συγγραφείς (Έλληνες ή ελληνόφωνοι), επανεξελλήνισαν σε «ζέα» την εκλατινισμένη από την
αρχική ελληνική ονομασία «ζεια»!!
Έτσι, παρέμειναν ως συνώνυμοι οι όροι «ζεια»
και «ζέα» στο ελληνικό λεξιλόγιο. Τον όρο, λοιπόν «ζέα» αναφέρουν ο Ησύχιος ο
Αλεξανδρεύς (5ος μ.Χ. αι.), ο οποίος μάλιστα αναφέρει ότι το λιμάνι
της Ζέας στον Πειραιά, έλαβε το όνομά του λόγω του εμπορίου της ζειάς που
γίνονταν μέσω αυτού.
§ Είναι γεγονός, ότι κατά την
προϊστορική και ιστορική περίοδο, υπάρχει σύγχυση για τα σιτηρά στα οποία
αποδίδονταν το όνομα ζειά (και κυρίως στον πληθυντικό ζειαί). Από τον 1ο
μ.Χ. αι. μέχρι και τον 17ο μ.Χ. αι., με το όνομα αυτό ή τα κοινά
ονόματα σε άλλες γλώσσες (π.χ. faro στην ιταλική) ονομάζονταν όλα τα
«ντυμένα» σιτάρια.
§ Εκ των ανωτέρω, η ονομασία ζεια ή
ζέα φέρεται συγκεχυμένη σε ό,τι αφορά στο είδος του σιτηρού στο οποίο
αποδίδονταν. Σήμερα στη Ελλάδα, επεκράτησαν και αποδίδονται οι παρακάτω κοινές
ονομασίες για τα είδη των «ντυμένων» σιταριών:
- «Καπλουτζάς» για το μονόκοκκο σιτάρι (Triticum monococcum).
- «Ασπροσίτι» ή Dinkel για το Triticum aestivum sbsp. spelta ή άλλως Triticum spelta.
- «Ζεια» ή «Ζέα» για το δίκοκκο σιτάρι (Triticum dicoccum).
Πλεονεκτήματα καλλιέργειας του δίκοκκου
σιταριού
Η καλλιέργεια του δίκοκκου σιταριού
συγκεντρώνει τα παρακάτω πλεονεκτήματα:
► Το δίκοκκο σιτάρι ευδοκιμεί ακόμη
και σε πτωχά και πετρώδη εδάφη. Προσιδιάζει περισσότερο σε ημιορεινές και
ορεινές περιοχές, σε υψόμετρο 300 - 1.500 m. Με άλλα λόγια ευδοκιμεί εκεί
που δεν ευδοκιμούν άλλα είδη σιταριού.
► Δεν απαιτεί προσθήκη χημικών
λιπασμάτων, τουλάχιστον σε ποσότητες που είναι αναγκαίες για την καλλιέργεια
των άλλων ειδών σιταριού (μαλακού ή σκληρού σιταριού).
► Λόγω του έντονου «αδελφώματος»,
δεν επιτρέπει την ανάπτυξη ζιζανίων και έτσι δεν απαιτεί χημική ζιζανιοκτονία.
► Δεν απαιτεί ιδιαίτερη κατεργασία
εδάφους και σπέρνεται με σπαρτική μηχανή όπως και τα άλλα σιτάρια (μαλακό ή
σκληρό σιτάρι) με 11-18 Kg σπόρου/στρέμμα.
► Είναι εξαιρετικά ανθεκτικό στις
ασθένειες (σκωριάσεις, σεπτοριάσεις, κ.ά.) και επομένως δεν έχει ανάγκη χημικών
φυτοπροστατευτικών επεμβάσεων.
► Είναι ανθεκτικό στην ξηρασία.
Οι αποδόσεις του κυμαίνονται από 200-350 Kg/στρέμμα
(αναφέρονται και υψηλότερες αποδόσεις). Η καλλιέργεια του δίκοκκου σιταριού
είναι μεγαλύτερης στρεμματικής προσόδου (τουλάχιστον υπερ-διπλάσια) από αυτή
του μαλακού σιταριού, λαμβάνοντας υπόψη:
► Τις ελάχιστες δαπάνες καλλιέργειας, οι οποίες
περιορίζονται στην σπορά (κόστος σπόρου, κατεργασία και σπορά) και στο κόστος
θεριζοαλωνισμού (έναντι των δαπανών καλλιέργειας μαλακού ή σκληρού σιταριού), και
► Την δυνατότητα αξιοποίησης ημιορεινών
και ορεινών, υποβαθμισμένων εδαφών μέχρι ακατάλληλων για την καλλιέργεια
μαλακού ή σκληρού σιταριού.
Σπέρνεται και αποθηκεύεται με τα λέπυρα. Το
ό,τι είναι καλυμμένος ο σπόρος με τα λέπυρα, αποτελεί πλεονέκτημα, δεδομένου
ότι δεν προσβάλλεται από την «ψείρα» (καλάνδρα) κατά την αποθήκευσή του.
Τα λέπυρα (που προκύπτουν από την αποφλοίωσή
του) αλλά και το άχυρό του, αποτελούν εξαιρετική ζωοτροφή, λόγω της μεγάλης
περιεκτικότητας σε λυσίνη, μαγνήσιο αλλά και άλλα ανόργανα στοιχεία και
βιταμίνες.
Αντίθετα, οικονομικό μειονέκτημα είναι η πρόσθετη δαπάνη αποφλοίωσης
του σπόρου, προ της αλευροποιήσεώς του. Από την άλλη μεριά, η αποφλοίωσή του
λίγο πριν την αλευροποίησή του πλεονεκτεί, δεδομένου ότι έχει ως αποτέλεσμα την
μη αλλοίωση της συστάσεως του αλεύρου και την διατήρηση των θρεπτικών και
διαιτητικών ιδιοτήτων του. Με άλλα λόγια, το αλεύρι του δίκοκκου σιταριού
είναι, κατά τεκμήριο, φρέσκο.
Διατροφικές
και Διαιτητικές ιδιότητες του δίκοκκου σιταριού
Η αυξανόμενη προτίμηση του κοινού στην
βιολογική γεωργία και στην υγιεινή διατροφή, ανανέωσε το ενδιαφέρον για το
δίκοκκο σιτάρι, τα προϊόντα του οποίου, έχουν διαιτητικά και διατροφικά
πλεονεκτήματα. Ένας βασικός παράγοντας στα διαιτητικά χαρακτηριστικά των
σιταριών (αλλά και των άλλων ειδών σιτηρών) είναι η περιεκτικότητά τους στην
πρωτεΐνη γλουτένη.
Τι είναι
γλουτένη; Βασικά διαιτολογικά χαρακτηριστικά της
Το αλεύρι (ολικής άλεσης) του δίκοκκου
σιταριού έχει χαμηλή περιεκτικότητα σε γλουτένη ή ακριβέστερα χαμηλή
ποιοτική σύνθεση της γλουτένης. Είναι ανακριβές (όπως έχει ευρέως διαδοθεί)
ότι το δίκοκκο σιτάρι δεν έχει γλουτένη.
Η γλουτένη είναι ένα άθροισμα δύο ομάδων
πρωτεϊνών (γλοιαδινών και γλουτενινών) που υπάρχουν στα σιτηρά (εκτός του
αραβοσίτου και του ρυζιού). Η γλουτένη είναι μία ισχυρά κολλητική και ελαστική
ουσία, αδιάλυτη στο νερό, με το οποίο σχηματίζει την γνωστή «αλευρόκολλα».
Το δίκοκκο σιτάρι έχει πολύ
χαμηλό δείκτης γλουτένης (35%) σε σύγκριση με τα μαλακά σιτάρια. Ο δείκτης
γλουτένης είναι
ένας συντελεστής και εξαρτάται από την % περιεκτικότητα σε γλουτένη. Η «χαμηλή
γλουτένη» στο δίκοκκο σιτάρι οφείλεται στη διαφορετική σύσταση των πρωτεϊνών
του και ειδικότερα στην μικρότερη αναλογία γλοιαδινών έναντι των γλουτενινών
(0,36 g/g στο
δίκοκκο σιτάρι, έναντι 0,70 g/g στο
μαλακό σιτάρι), αλλά και στην απουσία υψηλού μοριακού βάρους κλασμάτων γλουτενίνης.
Το αποτέλεσμα είναι να
επηρεάζεται σημαντικά η ρεολογική ποιότητα του σιμιγδαλιού του δίκοκκου
σιταριού, με επακόλουθο την χαμηλή αρτοποιητική του ικανότητα. Όσο μεγαλύτερη
είναι η περιεκτικότητα της γλουτένης σε ένα αλεύρι, τόσο αυξάνει η αρτοποιητική
ικανότητα του αλευριού. Δηλαδή, το ψωμί «φουσκώνει». Αυτό οφείλεται, λόγω της
ελαστικότητας της γλουτένης, στον εγκλωβισμό φυσαλίδων CO2, το οποίο παράγεται κατά την
ζύμωση. Το ψωμί, λοιπόν, από αλεύρι δίκοκκου σιταριού δεν «φουσκώνει» όπως αυτό
που παράγεται από αλεύρι μαλακού σιταριού, λόγω, ακριβώς, της μικρής
περιεκτικότητας σε γλουτένη (ορθότερο διαφορετικής σύνθεσης της με αποτέλεσμα
τον χαμηλό δείκτη γλουτένης).
Σε πολλά άτομα, η γλουτένη προκαλεί αλλεργίες
αλλά και συμπτώματα δυσανεξίας, η ακραία μορφή της οποίας είναι η «κοιλιοκάκη»
(coeliac disease). Η «κοιλιοκάκη» εκδηλώνεται με καταστροφή
των λαχνών του λεπτού εντέρου, με αποτέλεσμα την μη απορρόφηση των θρεπτικών
ουσιών, τη διάρροια και την απίσχναση του πάσχοντος.
Η «κοιλιοκάκη» είναι ένα
αυτοάνοσο νόσημα και δεν αντιμετωπίζεται παρά μόνον με κατανάλωση τροφών με
μηδενική περιεκτικότητα σε γλουτένη. Υπάρχει μεγάλη και αυξανόμενη βιβλιογραφία
για τις επιπτώσεις της κατανάλωσης γλουτένης στον άνθρωπο. Η έστω και μικρή
περιεκτικότητα σε γλουτένη, καθιστά τα προϊόντα του δίκοκκου σιταριού
ακατάλληλα προς κατανάλωση από τα άτομα που πάσχουν από «κοιλιοκάκη». Ωστόσο, η
γλουτένη του δίκοκκου σιταριού γίνεται ανεκτή από τα άτομα που έχουν πρόβλημα
με την αλλεργία που προκαλείται από τη γλουτένη ή και από άτομα που έχουν «μερική»
δυσανεξία στην γλουτένη (όπως, για παράδειγμα, «φούσκωμα» μετά την κατανάλωση ψωμιού
ή ζυμαρικών), επειδή το δίκοκκο σιτάρι περιέχει μία ουσία, τη ροδανίνη, η οποία
αποτελεί έναν παράγοντα ενίσχυσης του ανοσοποιητικού συστήματος.
Άλλα
διατροφικά και διαιτητικά χαρακτηριστικά
Το αλεύρι του δίκοκκου σιταριού περιέχει τα
ίδια αμινοξέα με τις καλλιεργούμενες ποικιλίες του μαλακού ή του σκληρού σιταριού
και επιπλέον έχει μεγάλη περιεκτικότητα σε λυσίνη (3,1%), αμινοξύ που είναι
ελλειμματικό στο σιτάλευρο. Η λυσίνη είναι ένα από τα απαραίτητα αμινοξέα για
τον άνθρωπο, δεδομένου ότι δεν συντίθεται στον οργανισμό του, αλλά πρέπει να
ληφθεί με τις τροφές. Επιπλέον, το δίκοκκο σιτάρι χαρακτηρίζεται από υψηλότερη
περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη στους κόκκους του. Έτσι, το δίκοκκο σιτάρι μπορεί να
χρησιμοποιηθεί για την παραγωγή τροφών με υψηλή διαιτητική αξία (ειδικότερα αυτό
της βιολογικής παραγωγής).
Το αλεύρι του δίκοκκου σιταριού (και το ζυμάρι του),
βρέθηκε να έχει υψηλότερη συγκέντρωση ελεύθερων αμινοξέων (συμπεριλαμβανομένης της λυσίνης) και εντονότερη δραστηριότητα του ενζύμου φυτάση,
από το αντίστοιχο του μαλακού σιταριού, ενώ η παρουσία πλούσιας μικροχλωρίδας
από βακτήρια του γαλακτικού οξέος (με επικράτηση του Lactobacillus
plantarum), το καθιστούν κατάλληλο για αρτοποίηση.
Μεγάλη
σημασία στην σύγχρονη υγιεινή διατροφή δίδεται στα μικροδιατροφικά στοιχεία και
ειδικότερα στην συγκέντρωση βιοδιαθεσίμων ιόντων ανοργάνων στοιχείων. Συγκρινόμενο
με το σιτάρι, στο δίκοκκο σιτάρι βρέθηκαν 20-60% υψηλότερες συγκεντρώσεις σιδήρου
(Fe++), ψευδαργύρου (Zn++), χαλκού (Cu++),
μαγνησίου (Mg++) και
φωσφόρου (P++). Η
διαιτητική βιοδιαθεσιμότητα αυτών των ανοργάνων στοιχείων στα άλευρα, ελαττώνεται
από την επίδραση του φυτικού οξέος [γνωστού ως ινοσιτολικό
εξαφωσφατίδιο (IP 6)], το οποίο δρα ως
αντι-θρεπτικός παράγοντας, δεσμεύοντας χημικά τα κατιόντα και ιδίως τον φωσφόρο.
Έτσι, τα ανόργανα στοιχεία δεν είναι βιοδιαθέσιμα. Η υψηλότερη όμως δραστηριότητα του πεπτικού ενζύμου φυτάση στο δίκοκκο
σιτάρι (έναντι του μαλακού σιταριού), παίζει ρόλο στην αύξηση της θρεπτικής
ποιότητας του αλευριού του, λόγω αποδέσμευσης του φωσφόρου από το μόριο του φυτικού οξέος. Επί
πλέον, η αύξηση της βιοθεσιμότητας του φωσφόρου αλλά και των άλλων ανοργάνων
στοιχείων (Ca++,
Fe++, Zn++, Cu++, Mg++) γίνεται
(πέραν της δράσεως της φυτάσης) μέσω ζύμωσης που γίνεται με την δραστηριότητα των
αναφερθέντων ανωτέρω οξυγαλακτικών βακτηρίων (και κυρίως του Lactobacillus
plantarum), τα οποία συνιστούν την υπάρχουσα μικροχλωρίδα
στο δίκοκκο σιτάρι. Με την ζύμωση,
λοιπόν, καταστρέφεται το φυτικό άλας και αποδεσμεύονται τα ανόργανα στοιχεία,
καθιστάμενα βιοδιαθέσιμα.
Η
μεγάλη περιεκτικότητα του δίκοκκου σιταριού σε μαγνήσιο (Mg++), έναντι του κοινού μαλακού σιταριού, θεωρείται
ότι του προσδίδει αντικαταθλιπτικές ιδιότητες, ως τρόφιμο.
Σε έρευνες, η ένταξη στη διατροφή 13
διαβητικών ατόμων για έξι εβδομάδες, αλευριού ολικής άλεσης δίκοκκου σιταριού,
πλούσιου σε διαιτητικές φυτικές ίνες, μείωσε σημαντικά τα συνολικά λιπίδια,
τριγλυκερίδια και την LDL χοληστερόλη («κακή» χοληστερόλη).
Ενώ,
αντίθετα, η διατροφή με ψωμί από κοινό
σιτάλευρο, δεν επέδειξε καμία σημαντική μεταβολή στο προφίλ των λιπιδίων. Έτσι,
το δίκοκκο σιτάρι, καταλήγει η έρευνα, έχει θεραπευτικές ιδιότητες και μπορεί
να μειώσει αποτελεσματικά τους παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου. Το δίκοκκο
σιτάρι, μπορεί να συνιστάται ως βασικό εναλλακτικό σιτηρό, έναντι του σιταριού,
στη διατροφή. Ειδικότερα και σε ό,τι αφορά στους διαβητικούς, ο δείκτης
γλυκαιμίας του δίκοκκου σιταριού
είναι 40, με αποτέλεσμα την καλή ρύθμιση της γλυκόζης στο αίμα και γι'
αυτόν τον λόγο συνιστάται στη διατροφή των διαβητικών.
Το δίκοκκο σιτάρι
περιέχει βιταμίνες της ομάδας Β, προβιταμίνη Α (που επενεργεί στην καλή όραση
και την πρόληψη της ξηροδερμίας), καθώς και βιταμίνη Ε με την ισχυρή
αντιοξειδωτική δράση.
Λόγω της υψηλής
περιεκτικότητας του δίκοκκου σιταριού σε φυτικές ίνες, συνιστάται να ενταχθεί στο
διαιτολόγιο, δεδομένου ότι ελαττώνεται ο κίνδυνος πολλών χρόνιων
ασθενειών, όπως, διαβήτη, καρκίνου, στεφανιαίας νόσου, ενώ η κατανάλωση
δίκοκκου σιταριού προστατεύει τον καταναλωτή από καρκίνο του παχέος εντέρου,
σκωληκοειδίτιδα, αιμορροΐδες, κιρσούς των κάτω άκρων, κ.ά. Επιπλέον, η
κατανάλωση δίκοκκου σιταριού προστατεύει τον καταναλωτή με πολλά άλλα
προβλήματα υγείας, όπως, ελκώδη κολίτιδα, ρευματοειδή αρθρίτιδα, κατάθλιψη, κ.ά.
Επίλογος
Εκ των ανωτέρω, το δίκοκκο σιτάρι αποτελεί μία προσοδοφόρο
αγροτική καλλιέργεια, κυρίως σε ημιορεινές και ορεινές περιοχές, με
υποβαθμισμένα για άλλες καλλιέργειες εδάφη (φτωχά, πετρώδη, κ.ά.). Τέτοιες
περιοχές, με την καλλιέργεια του δίκοκκου σιταριού και την παραγωγή προϊόντων
διατροφής απ’ αυτό, έχουν προοπτική ανάπτυξης της Οικονομίας τους με ανάπτυξη
του αγροτοτουρισμού (κατ’ αναλογία της ανάπτυξης περιοχών της Τοσκάνης της
Ιταλίας, όπως η Garfagnana).
Λόγω
των μηδαμινών απαιτήσεών του μπορεί εύκολα να ενταχθεί στην βιολογική
καλλιέργεια και παραγωγή. Τα παραπροϊόντα του (άχυρο) και υποπροϊόντα του
(λέπυρα μετά την αποφλοίωσή του) αποτελούν πολύτιμη ζωοτροφή. Ως προϊόν διατροφής,
είναι εξαιρετικό, επιδεικνύοντας προστατευτικές και θεραπευτικές ιδιότητες σε
πολλές ασθένειες και ιδιαίτερα κατά των καρδιαγγειακών παθήσεων. Το δίκοκκο
σιτάρι δύναται και συνιστάται να ενταχθεί στο διαιτολόγιο ως εναλλακτικό σιτηρό
για υγιεινή διατροφή.
4.
Buerli
Μ. (2006). Farro in Italy. A desk
study. Pp 12. The Global Facilitation Unit for Underutilized Species. Rome,
Italy.
5.
Coda R., Nionelli L., Rizzello C.G., De Angelis M., Tossut P.and
Gobbetti M. (2010). Spelt and emmer flours: characterization of the lactic acid bacteria
microbiota and selection of mixed starters for bread making. Journal of Applied
Microbiology, 108: 925–935.
6.
De Vita P, Riefolo C., Codianni P., Cattivelli L. & Fares C. (2006).
Agronomic
and qualitative traits of T. turgidum ssp.
dicoccum
genotypes
cultivated in Italy. Euphytica 150: 195–205.
7.
Giacintucci V., Guardeρo L., Puig A., Hernando
I., Sacchetti G. and Pittia P. (2014).
Composition, Protein Contents and Microstructural Characterisation of Grains
and Flours of Emmer Wheats (Triticum turgidum ssp. dicoccum) of the Central Italy
Type. Czech J. Food Sci.,
32
(2): 115–121.
8.
Jacomet S. et
al. (2006). Identification
of cereal remains from archaeological sites. Pp. 61.
IPAS, Basel University.
9.
Ji S. (2012). The Dark Side of Wheat. A critical Appraisal of Wheat in Human Disease.
197 pp. The Journal of Gluten
Sensitivity.
10.
Konvalina P., Onvalina J. Moudrỳ jr., Stehno Z.,
Moudrỳ J. (2009). Amino acid composition of emmer. Universitatea de Ştiinţe Agricole şi Medicină Veterinară IaşiLucrări
Ştiinţifice –
vol. 51, seria Agronomie.
11.
Padulosi
S., Hammer K. and Heller J. (edts.) (1995). Hulled Wheats. Pp. 61. Proceedings of the First International Workshop on
Hulled Wheats, 21-22 July 1995, Castelvecchio Pascoli, Tuscany, Italy.
12.
Preedy V.R., Vilson R.R.
& Patel V.B. (edts.) (2011). Flour
and Breads and their Fortification in Health and Disease Prevention. Elsevier. ISBN: 978-0-12-380886-8.
13. Yenagi N.B., Hanchinal
R.R., Patil C.S., Koppikar V., Halagi M. (2001). Glycemic and lipidemic
response to dicoccum wheat (Triticum dicoccum) in the diet of diabetic
patiens. Int. J. Diab. Dev. Countries, 21: 153-155.
14.
Zamanis
A., Efthimiadis P. & Samaras S. (1982). Collection and documentation of crop
germplast in Pieria and Thessaly. Scientific Bulletin of Greek Gene Bank. 2: 1-27.
15. Δαλιάνης Κ.Δ. (1970). Χειμερινά Σιτηρά. Σελ. 413. Αθήνα.
16. Κορπέτης Ε.
(2013). Η ζειά από την αρχαιότητα έως
σήμερα. Σελ. 12. Ινστιτούτο Σιτηρών ΕΛΓΟ «ΔΗΜΗΤΡΑ».
17. Μήλιου Α. (2014). Ζέα για εύπεπτο και εύγευστο ψωμί και με μεγάλη διατροφική αξία. Στο http://medlabgr.blogspot.com/2014/01/blog-post_29.html.
18. Παπαδάκης Ι.Σ.
(1929). Ελληνικοί τύποι σίτου. Σελ.
58. Επιστημονικόν Δελτίον Αριθ. 1. Ειδικός
Σταθμός Καλλιτερεύσεως Φυτών Θεσσαλονίκης.
19. Φραγκιαδάκης Μ.
(2012). Το δίκοκκο σιτάρι. Γεωργία &
Κτηνοτροφία. τ. 7: 56-59.
Φ.Θ.Γ
12 σχόλια:
Ο άνθρωπος δεν έχει ιδέα για τα φυτά και τα είδη τους. Αυθεντία στα ζιζανιοκτόνα είναι και τώρα τελευταία στο εμπόριο προσπαθεί να γίνει. Είναι όμως λιγουλάκι δειλός γιατί αντίθετα με αυτά πού αραδιάζει δεν τολμά να χρησιμοποιήσει στα είδη πού παράγει την λέξη ΖΕΑ.
Και έχει δίκιο, δειλός αλλά έξυπνος. Που να τρέχουμε τώρα στα Δικαστήρια, εδώ ολόκληρος Λούλης (κολλητός του) και δυσκολεύεται.
Λίγα λόγια και δεν ξαναγράφω (εκτός κι αν προκληθώ) για τις μπούρδες πού αναφέρει και χρησιμοποιεί την τεράστια βιβλιογραφία (για τούς αδαείς όχι για τους ειδικούς πού γελάμε).
Εκτός από τις ανώνυμες πηγές του ας αναφέρει έστω και μία αυτούσια αντιγραφή των συγγραμμάτων πού επικαλείται . Αντιγραφή από τα βιβλία όμως πού να αναφέρει την λέξη ΖΕΑ, αν τα έχει διαβάσει.
Ενοιωσε την υποχρέωση να βγάλει ανακοινωθέν για την Επέτειο τού ΟΧΙ. Θαυμάστε την εορταστική ανάρτηση στο facebook του εν λόγω κυρίου που εκτός από καθηγητής ΤΕΙ ζιζανιοκτόνων έγινε και Ιστορικός. Υμνος στον Μεταξά.Θέλει η .... να κρυφτεί και η χαρά δεν την αφήνει.
Τα τελευταία δύο χρόνια υπάρχει μία πολύ μεγάλη προσπάθεια από ύποπτα κέντρα που προσπαθούν να ελέγξουν τη διατροφή μας, παρασύροντας και αρκετούς αγρότες, να βαφτιστούν τα δίκοκκα σιτάρια σαν σιτάρι ζέας και τα προϊόντα από δίκοκκο σιτάρι σαν προϊόντα ζέας. Όσον αφορά το δίκοκκο σιτάρι πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα υποψιασμένοι αφού όπως αναφέρει ο κατεξοχήν ειδικός στην Ελλάδα Νίκος Σταυρόπουλος, ερευνητής του ΕΘΙΑΓΕ και τέως Προϊστάμενος της Τράπεζας Γενετικού Υλικού, υπάρχουν περίπου πάνω από 15.000 ποικιλίες διεθνώς (4.253 δείγματα στο Μεξικό, 1.486 στην Αιθιοπία, 619 στις ΗΠΑ, 493 στη Ρωσία, 282 στην Ιταλία, 172 στην Ουκρανία, 123 στην Ινδία και 111 στην Ιαπωνία κλπ). Έχει διαπιστωθεί από επίσημες γεωπονικές, γενετικές και ιατρικές έρευνες ότι το δίκοκκο σιτάρι αντιπροσωπεύει ένα ετερογενές είδος με μεγάλες διαφορές τόσο ως προς τη διακύμανση των πρωτεϊνών όσο και ως προς την τοξικότητα των προλαμινών-γλουτένη από ποικιλία σε ποικιλία. Συνεπώς δεν μπορεί να υπάρχει ταύτιση ποικιλιών κάτω από τον γενικό όρο ''δίκοκκο σιτάρι’’. Τα δίκοκκα που παρουσιάστηκαν τα τελευταία χρόνια δεν είναι τα παλιά ντόπια σπόρια αλλά σπόρια βελτιωμένα, σπόρια εργαστηρίου των οποίων ο γενετικός κώδικας κόβεται και ράβεται όπως οι σποροπαραγωγικές εταιρίες θέλουν σύμφωνα με τα συμφέροντά τους (ντόπια σπόρια απαγορεύεται να διακινηθούν). Αυτά τα ‘’βελτιωμένα’’ σπόρια δίκοκκου σιταριού καθώς και τα προϊόντα που παράγονται από αυτά όχι μόνο δεν είναι συμβατά με τον ανθρώπινο οργανισμό αλλά αντίθετα προκαλούν μεγάλη τοξικότητα και τις περισσότερες φορές είναι πιο επικίνδυνα από τα κοινά σιτηρά.
Σύμφωνα με την επίσημη θέση της ΚΕΣΠΥ και του ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟΥ ΣΙΤΗΡΩΝ που εξέτασαν τα ‘’πιστοποιημένα’’ δίκοκκα σιτηρά μας ενημερώνουν ότι δεν πιστοποιούνται από κανέναν επίσημο και υπεύθυνο κρατικό φορέα ΑΛΛΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΙΔΙΕΣ ΤΙΣ ΕΤΑΙΡΙΕΣ ΠΟΥ ΤΑ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΑΝ ΚΑΙ ΟΤΙ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΝ ΔΙΚΟΚΚΑ ΣΙΤΑΡΙΑ ΑΛΛΑ ΠΛΗΘΥΣΜΟΙ ΜΕ ΔΙΑΣΤΑΥΡΩΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΥΒΡΙΔΙΟ ΣΙΤΑΡΙ CEMETO. ΒΛΕΠΕ ΕΚΠΟΜΠΗ http://webtv.lamiastar.gr/index.php?view=videos&video_id=1383212632
Αυτή η εκπομπή έγινε κατόπιν πίεσης του κόσμου, της ΚΕΣΠΥ και του ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟΥ ΣΙΤΗΡΩΝ για την αποκατάσταση της αλήθειας και για να σταματήσει η σύγχυση και η παραπληροφόρηση που επικρατούσε γύρω από τα δίκοκκα σιτάρια γιατί η κατάσταση είχε άρχισε να γίνεται άκρως επικίνδυνη παραπλανώντας αγρότες και θέτοντας σε κίνδυνο τη υγεία των καταναλωτών.
Την προηγούμενη εβδομάδα είχε προηγηθεί στημένη εκπομπή για τα δίκοκκο σιτάρι (ΖΕΑ) με τον ομότιμο καθηγητή Γραβάνη Φώτη-εκπρόσωπο των μεγάλων συμφερόντων και πλέον όψιμο παραγωγό ‘’πιστοποιημένου βελτιωμένου’’ δίκοκκου σιταριού και προϊόντων. ΒΛΕΠΕ ΕΚΠΟΜΠΗ http://webtv.lamiastar.gr/index.php?view=videos&video_id=1412872687
Τον τελευταίο καιρό επιστρατεύτηκαν ορισμένοι διαπλεκόμενοι καθηγητές (κυρίως συνταξιούχοι) από τους αλευροβιομηχάνους, τους ΜΥΛΟΙ ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ (ΛΟΥΛΗ) και τις μεγάλες εισαγωγικές εταιρίες κατακλύζοντας εφημερίδες και τηλεοράσεις δίνοντας μία σοβαροφάνεια και επιστημονικοφάνεια προσπαθώντας να μας πείσουν ότι τα δίκοκκα σιτηρά είναι το ελληνικό προϊστορικό δημητριακό ζέας, αποκρύπτοντας όμως σκόπιμα από τους αγρότες και τους καταναλωτές την επίσημη επιστημονική τεκμηριωμένη γνώση και έρευνα καθώς και συμπεράσματα από πάμπολλες γεωπονικές, βιοιατρικές και κλινικές μελέτες από τα επίσημα ερευνητικά κρατικά κέντρα, πανεπιστήμια και νοσοκομεία.
Όπως από το Τμήμα Ασφάλειας Τροφίμων και Δημόσιας Υγείας, από το Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας, την GRA-CQE ερευνητική μονάδα για την ποιότητα των δημητριακών, το Τμήμα Γαστρεντερολογίας και Εσωτερικής Παθολογίας, το Γενικό Νοσοκομείο Ρώμης, Τμήμα Παιδιατρικής του Νοσοκομείου Ρώμης.
Σοφία μας μπέρδεψες λιγάκι με τούς γλωσσοδέτες πού αραδιάζεις. Τέτοια επιχειρήματα είχε και ο Αντωνόπουλος στις επιτροπές τού Υποργείου και περίμενε οι υπάληλοι των 700 ευρώ να σπάσουν το κεφάλι τους. Βρέ τι λέει το ιντερνετ στα εύκολα, τι λέει ο κυρ Φώτης, πού το είδε όνειρο τον Ομηρο να κάνει αγιασμό με φύλλα ζέας, αυταά θα δεχθούμε. Πάντως κυκλοφορεί πως χύθηκε πολύ αίμα στο Υπουργείο. Περίμενε ο κυρ Φώτης και οι εργοδότες του μεγαλεία , αλλα άνθρακες ο θησαυρός. Μήπως όμως ο δύσμοιρος αυτά πού γράφει τάχει ξαναδεί κάνας φοιτητής Γεωπονικής ή παλιός Γεωπόνος; Ολα τα έχει πάντως . Πανεπιστήμων. Ολίγον γεωπόνος, ολίγον ιατρός , ολίγον χημικός και ολίγον μέντιουμ. Βρέ τι σού κάνει η σύνταξη και το πετσόκομα από τον Τσίπρα.
Την ανάρτηση αυτή , όπως λέει και ο ίδιος ο κ. Γραβάνης στο facebook (fotios Gravanis) την δημοσίευσε στην Agrenda (agronews etc). Η δημοσίευση είναι στο σαλόνι της και καταλαμβάνει 4 ολόκληρες σελίδες. Αν υπολογίσει κανείς ότι η Agrenda για δημοσίευση επιφάνειας 10 cm X 16 cm χρεώνει 1.800 ευρώ, πόσο στοίχισε αυτή του κ. Γραβάνη. Δικαίωμά του να έχει να πληρώνει. Δύσκολα θα μας πείσει όμως ότι λόγω κύρους είχε μειωμένη τιμή. Ενας απλός συνταξιούχος καθηγητής Φυτοπροστασίας στα ΤΕΙ είναι και βεβαίως πλέον αγρότης οσπρίων και σιτηρών στο Δομοκό. Δεν υπήρχαν καθηγητές Φυτικής παραγωγής , εξειδικευμένων στα σιτηρά να κάνουν μιά δημοσίευση. Καί καλά μιά ενημερωτική δημοσίευση, 4 σέλιδο σαλονάτο γιατί; Και να μας διαφώτιζε σε κάτι, δεν ανοίγουμε το ίντερνετ να δούμε τα ίδια;
Πήρα τηλέφωνο στο Ινστιτούτο σιτηρών και μου είπανε ότι τα πιστοποιημένα δίκοκκα που κυκλοφορούν είναι διασταύρωση με το υβρίδιο cemeto
Aφού σύμφωνα με τα παραπάνω η ενδειξη ζέα είναι ελεύθερη τότε γιατί οι Μύλοι Αγίου Γεωργίου και ο κος Γραβάνης δεν τολμνούν ακόμα και τώρα να το γράψουν πάνω στα προιόντα τους; Ποιoν πάτε να κοροιδέψετε ρε; Kοίτα τι σου κάνει το ρουσφέτι; A ρε Αντωνόπουλε είσαι ο μόνος που τα έβαλε με τους μεγαλοκαρχαρίες και πανε να σε φάνε λάχανο. Προχώρα είμαστε μαζί σου
Βασίλης Σκουρής
Αγαπητοί κύριοι και κυρίες εκτός του Ε.Κορπέτη του Ινστιτούτου Σιτηρών, πού από το 2013 έγινε αυθεντία στο δίκοκκο και αποκαθιστά τις σαχλαμάρες του διαδικτύου δεν θα βρείτε κανέναν από την πανεπιστημιακή κοινότητα να δημοσιεύει στο internet περισπούδαστες αναλύσεις για την ζέα. Ο κύριος αυτός κάνει μπάμ ότι είναι άσχετος και νομίζει ότι απευθύνεται σε ιθαγενείς και τους προσφέρει καθρεφτάκια. Αλλοι λένε ότι το μαύρο ψωμί κάνει καλό στο έντερο, ότι οι φακές έχουν σίδηρο, τα φρούτα έχουν βιταμίνες, ε! αυτός θέλει 10 σελίδες Α4 για να μας πεί ότι η κοινή ονομασία του δίκοκκου σταριού είναι ΖΕΑ. Αραδιάζει στους άσχετους (νομίζει) εμάς ένα κάρο βιβλιογραφία και τελείωσε. Ελα ντέ όμως πού ο διάβολος έχει πολλά ποδάρια. Υπάρχουν και οι μετέχοντες στην Γεωπονική πού γνωρίζουμε ότι κανένας από τους αναφερόμενους συγγραφείς δεν αναφέρεται στην ζέα. Ολοι αναφέρονται στο δίκοκκο, το faro και το emmer, και ΚΑΝΕΙΣ δεν αναφέρει ότι κοινή ονομασία είναι η ΖΕΑ. Οποιος έχει διαφορετική οπτική το σκανάρει και το ποστάρει και τότε το nobel του ανήκει. Η γνώση στις μέρες μας είναι απολύτως προσιτή σε όλον τον κόσμο. Ας πάει κάποιος στη βιβλιοθήκη οποιασδήποτε Γεωπονικής Σχολής και ας ρίξει μια ματιά στα βιβλία. Ας ψάξει στο internet στοχευμένα και θα βρεί τα συγγράμματα σε pdf. Εν πάσει περιπτώσει για μας τους ειδικούς είναι μία οπτική απάτη όλο αυτό πού κάνει ο κύριος.Δεν του φθένει όμως αυτό. Ρίχνει στον Λαό και αυτό πού τον ενδιαφέρει. Οποιος τρώει ζέα δεν έχει να φοβηθεί αρρώστιες. Ε! εδώ χρειάζεται Εισαγγελέας. Στους επώνυμους χρειάζεται Εισαγγελέας, γιατί παραπλανούν τον κόσμο. Πού όμως να βρούν χρόνο κι αυτοί, πού πνίγονται με τις απάτες πού μας έχουν πνίξει. Αν είναι δυνατόν! Κοινή ονομασία του δίκοκκου η Ζέα!!!
Ο κ. Φώτιος Γραβάνης, συνταξιούχος καθηγητής Ζιζανιοκτονίας στα ΤΕΙ και όψιμος βιοκαλλιεργητής βελτιωμένου-πατενταρισμένου–εισαγόμενου-δίκοκκου σταριού εργαστηρίου (που ούτε καν δίκοκκο δεν είναι, αφού σύμφωνα με την επίσημη θέση του ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟΥ ΣΙΤΗΡΩΝ κατόπιν εξέτασης είναι διασταύρωση με το κοινό στάρι cemeto), προσφέροντας πάλι τις υπηρεσίες του στους βιομηχάνους και στους Μύλους Αγίου Γεωργίου (Λούλη), αναφέρει στην ιστοσελίδα του ότι ΕΓΙΝΕ ΑΡΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΔΟΘΕΙΣΑΣ πρό πολλών ετών στο Αγρόκτημα Αντωνόπουλου της πατέντας του ονόματος ΖΕΑΣ ως εμπορικό όνομα των προϊόντων του από δίκοκκο στάρι. Ψεύδεται ακόμη μια φορά, όπως πάντα. Η εταιρεία Λούλη και οι αλευροβιομήχανοι ζήτησαν πράγματι τη διαγραφή ΟΛΩΝ-ΜΑ ΟΛΩΝ των κατοχυρωμένων σημάτων του αγροκτήματος σε 20 ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΕΣ ΔΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΕΧΑΣΑΝ ΟΛΕΣ. Κέρδισε όπως πάντα η αλήθεια για ακόμη μία φορά, κέρδισε το Αγρόκτημα Αντωνόπουλου.
Γιατί όμως οι Βιομήχανοι και η κολοσσός του Λούλη ζήτησαν τη διαγραφή όλων των κατοχυρωμένων σημάτων του Αντωνόπουλου και όχι μόνο των αλεύρων ΖΕΑΣ;
Μήπως ενοχλούνται με την καλλιέργεια και διατήρηση των γηγενών Ελληνικών ποικιλιών που κινδυνεύουν με διάβρωση και γενετική εξαφάνιση;
Μα θα έπρεπε να ενοχλούνται; Αφού η δουλειά τους είναι το εμπόριο και ότι αλέσει ο μύλος.
Ας μας δώσει μίαν λογική απάντηση ο λαλίστατος συνταξιούχος καθηγητής φυτοφαρμάκων κος Φώτης Γραβάνης που όποτε τον ζητήσουν τα αφεντικά του τρέχει γρήγορα.
ΑΣ ΒΑΛΟΥΜΕ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΣΤΗ ΘΕΣΗ ΤΟΥΣ
ΨΕΥΔΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΗ Η ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΛΕΥΡΟΒΙΟΜΗΧΑΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΔΕΙΞΗ ΖΕΑΣ
(ΜΕΡΟΣ 1o)
Στις 23.11.2016 o ιστότοπος agronews.gr με βαρύγδουπη ανάρτησή του επικαλούμενο ανακοίνωση των Ελλήνων αλευροβιομηχάνων, πού ουδέποτε ανήρτησαν οι ίδιοι αποφαίνεται: «Κοινόχρηστη η λέξη ΖΕΑ με απόφαση Δικαστηρίου» και παραθέτει την ανακοίνωση η οποία προτρέπει κάθε επιχειρηματία να καταθέσει σήματα με την ένδειξη αυτή και να κυκλοφορήσει επίσης προϊόντα , καθώς τα πολιτικά Δικαστήρια δεσμεύονται από την απόφαση της επιτροπής του Υπουργείου Εμπορίου. Τα ίδια ακριβώς αναρτά στην ιστοσελίδα της ως ανακοίνωση των αλευροβιομηχάνων, από την ημερομηνία αυτή και η εταιρεία Λούλη ΑΕ.
Το ίδιο είχε κάνει λίγες μέρες πρίν και ο agrotypos.gr.
Τα υποτιθέμανα «γεωργικά» αυτά sites αποδεχόμενα άκριτα, αντιδεοντολογικά και αντιδημοσιογραφικά τα αναφερόμενα, πλειοδότησαν και τα διακόσμησαν με βαρύγδουπους ψευδείς σχολιασμούς.
Φυσικά η ιστοσελίδα αυτή δεν σκέφθηκε να ζητήσει και την άποψη τη δική μας. Ετσι ζητήσαμε επίσημα να δημοσιεύσουν και την δική μας θέση. Το αποτέλεσμα ήταν ότι ΜΑΣ ΑΓΝΟΗΣΑΝ. ΚΑΙ ΟΧΙ ΜΟΝΟ ΜΑΣ ΑΓΝΟΗΣΑΝ, ΕΜΑΣ, ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑ, αλλά επανήλθαν και πλειοδότησαν με άλλο ένα ΤΕΡΑΤΩΔΕΣ ΨΕΜΜΑ, συμπληρώνοντας το κίτρινιο «ρεπορτάζ» τους με τεράστιους τίτλους στις 29-11-2016 : ΤΕΛΕΣΙΔΙΚΑ κοινόχρηστη η λέξη ζέα-το τέλος μιάς κόντρας.
Ας βάλουμε όμως τα πράγματα στην θέση τους:
Όλοι οι καταναλωτές μας και όλη η Ελλάδα , στη στεριά και στα νησιά μας έχουν γνωρίσει εδώ και 35 χρόνια από το Αγρόκτημά μας το δίκοκκο στάρι. Ολοι γνωρίζουν πως τα προϊόντα μας από το στάρι αυτό τα ονομάζουμε ΖΕΑΣ (αλεύρι , ζυμαρικά, ψωμί, παξιμάδια κλπ).
Από το 2009 έχουν καταχωρισθεί πλήθος σημάτων μας με την ένδειξη αυτή (ΑΛΕΥΡΑ ΖΕΑΣ, ΖΥΜΑΡΙΚΑ ΖΕΑΣ κλπ), όπως βεβαίως και άλλα σήματα με άλλες ενδείξεις (Πτισάνη, Τουταγχαμών κα)
Επίσης έχουμε και Κοινοτικό-Ευρωπαϊκό σήμα με την ένδειξη “ΑΛΕΥΡΑ ΖΕΑΣ” .
Στα πλαίσια καταχώρησης του Κοινοτικού-Ευρωπαϊκού Σήματός μας το 2014 η εταιρεία ΛΟΥΛΗ ΑΕ μας πήγε στα Ευρωπαίκά Δικαστήρια και ΕΧΑΣΕ ΤΕΛΕΣΙΔΙΚΑ, με αποτέλεσμα να κατοχυρωθεί το Ευρωπαϊκό μας Σήμα.
Εχουμε καταχωρημένα για τα προϊόντα μας ΔΩΔΕΚΑ (12) ΤΕΛΕΣΙΔΙΚΑ ΣΗΜΑΤΑ .
Το 2016 η ίδια εταιρεία ΛΟΥΛΗ ΑΕ μαζί με τούς αλευροβιομηχάνους μας πήγε στην Επιτροπή Σημάτων τού Υπουργείου ζητώντας να διαγραφούν όλα τα σήματά μας. ΕΧΑΣΑΝ και εκεί όλες τις υποθέσεις και η ΛΟΥΛΗΣ και οι αλευροβιομήχανοι, ΓΙΑ ΟΛΑ ΤΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΜΕΝΑ ΣΗΜΑΤΑ ΜΑΣ.
Ταυτόχρονα τούς πήγαμε και εμείς στη Επιτροπή σημάτων γιατί θέλανε να βγάλουν ετικέττα με την ένδειξη ΖΕΑΣ στο αλεύρι τους. Η επιτροπή τού Υπουργείου απέρριψε τις ανακοπές μας χωρίς να λάβει υπ’ όψη της ούτε την ιστορία των σημάτων μας ούτε το πλήθος των συντριπτικών μας επιστημονικών αποδείξεων. Αυτό μόνο τα Δικαστήρια θα το κάνουν. Αυτό ΔΕΝ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΟΤΙ ΚΑΤΑΧΩΡΗΘΗΚΑΝ ΤΑ ΣΗΜΑΤΑ ΤΟΥΣ γιατί η απόφαση αυτή δεν είναι ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ, λέγεται ΑΤΟΜΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΠΡΑΞΗ και την προσβάλαμε ήδη στα Διοικητικά Δικαστήρια τα οποία είναι τα μόνα αρμόδια να αποφασίσουν. Τελεσίδικες λέγονται οι αποφάσεις των Δικαστηρίων μετά το Εφετείο και όχι βέβαια οι πράξεις των επιτροπών τού Δημοσίου.
(συνέχεια ΜΕΡΟΣ 2ο)
Κι όμως οι τίτλοι στις αναρτήσεις τους είναι τεράστιοι και κίτρινοι και μιλάνε για τελεσίδικες αποφάσεις. Ούτε οι ίδιοι οι αλευροβιομήχανοι δεν πιστεύουν στα μάτια τους με την διαστρέβλωση και τα ψεύδη.
Ας αφήσουμε δε και τον μοναχικό στρατευμένο συνταξιούχο καθηγητή ΤΕΙ πού έχει πάρει σβάρνα τα ηλεκτρινικά sites, όποια τον δέχονται, και αναμασάει τις ψεύτικες ανακοινώσεις των αλευροβιομηχάνων.
Μέχρι να αποφασίσουν τα ΔΙΚΑΣΤΉΡΙΑ, η Λούλης ΑΕ και οι αλευροβιομήχανοι δεν έχουν δικά τους Σήματα πού να γράφουν ΖΕΑΣ, ούτε πολύ περισσότερο μπορούν να τα βάλουν στις ετικέττες τους.
Για το λόγο αυτό έχουν κυκλοφορήσει με άλλη ονομασία το αλεύρι τους , το λένε ΑΛΕΥΡΙ ΖΗΝ , όποιος το ξέρει, ΟΧΙ ΑΛΕΥΡΙ ΖΕΑΣ .
Είναι κοινός τόπος ότι οι αποφάσεις της Επιτροπής προσβάλλονται στα αρμόδια δικαστήρια. Εδώ προσβάλλονται αποφάσεις Δικαστηρίων στο Εφετείο και η πρωτόδικη απόφαση αλλάζει. Έτσι είναι οι Δημοκρατίες, έτσι είναι το Ελληνικό Δίκαιο , έτσι είναι το Δίκαιο όλης της πολιτισμένης ανθρωπότητος.
Εύκολα καταλαβαίνει ο κόσμος ότι όταν τους συνέφερε (στην Ευρωπαϊκή Ενωση) η ένδειξη ΖΕΑΣ στα δικά μας σήματα πού είναι και παμπάλαια τους ενοχλούσε και ήθελαν να την κάνουν δική τους, ΝΑ ΜΗΝ ΤΗΝ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΕΙ ΑΛΛΟΣ, ψευδόμενοι ότι είχαν παλαιότερα σήματα. Οταν δεν τους συνέφερε (στο Ελληνικό Υπουργείο Εμπορίου), η ένδειξη ΖΕΑΣ τάχα είναι κοινόχρηστη, γιατί υπάρχει τάχα το δημητριακό ΖΕΑΣ.
Δεν υπάρχει τέτοιο δημητριακό , μόνο η ονομασία των προϊόντων μας. Εδώ δεν ξέρουν καλά-καλά το δίκοκκο στάρι και ρωτούν δεξιά και αριστερά. Βρήκαν, όπως λένε και από το Ινστιτούτο Σιτηρών, δίκοκκα με καρτελάκι, παράγωγα υβρίδια του σταριού simetto. Η επίσημη εμπορική ονομασία τους είναι Padre pio και antigola και μετά μιλάνε για συνέχεια από την αρχαιότητα.
Ανακεφαλαιώνοντας : Σύμφωνα λοιπόν με το Ελληνικό Δίκαιο αρμόδια να κρίνουν κυριαρχικά τα θέματα σχετικά με την ένδειξη “ΖΕΑΣ” είναι τα Διοικητικά Δικαστήρια. Αυτό γίνεται με την λεγόμενη Προσφυγή, η οποία προϋποθέτει απορριπτική απόφαση της Επιτροπής Σημάτων, πού είναι ΑΤΟΜΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΠΡΑΞΗ.
Μέχρι να τελειώσουν τα αρμόδια Διοικητικά Δικαστήρια , και αυτό παίρνει χρόνια, τα σήματά μας προστατεύονται καί ενώπιον των Πολιτικών Δικαστηρίων.
Για αυτό άλλωστε κατά ρητή επιταγή τού Νόμου οι αποφάσεις της Διοικητικής Επιτροπής αναστέλλονται αυτοδικαίως με την άσκηση προσφυγής.
Οι αλευροβιομήχανοι δεν έχουν σεβασθεί τον κόπο των αγροτών, θέλουν μόνο να επιβάλουν όσο το δυνατόν χαμηλότερες τιμές στα προϊόντα πού παράγουν οι αγρότες. Πολύ περισσότερο όταν οι ίδιοι οι αγρότες ξεφεύγουν από τα χέρια τους και μεταποιούν και διακινούν τα προϊόντα τους μόνοι τους, όπως εμείς. Ακόμα δε περισσότερο δεν μπορούν να δεχθούν όταν ένας αγρότης , μία αγροτική επιχείρηση ανεξαρτητοποιήθηκε και αριστεύει στο χώρο της διατροφής.
Είναι σίγουρο πως οποιοδήποτε όνομα και να είχαμε δώσει στα προϊόντα μας, όπως Γιώργο, Γιάννη, Μαρίτσα, πάλι θα ήθελαν να το οικειοποιηθούν. Έτυχε να είναι το ΖΕΑΣ.
Δεκέμβριος 2016
Αγρόκτημα Αντωνόπουλου
Δίλοφο
Δηλαδή, τι θέλει ο Λούλης-Μύλοι Αγίου Γεωργίου και οι φίλοι του οι αλευροβιομήχανοι να φέρνουν τα μεταλλαγμένα τα σιτάρια από τη Ρουμανία και από την Ουκρανία και να τα βαφτίζουν ζέα; Δε φτάνει η σαβούρα που μας τάισαν μέχρι τώρα; έλεος πια
Δημοσίευση σχολίου